«Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα»!
Μεσάνυκτα 13 Μαρτίου 1957 στα κρατητήρια της Λευκωσίας. Τίποτα δεν ακούγεται πέραν από τις μπότες των Άγγλων που οδηγούν ένα αμούστακο παιδί στην αγχόνη. Ούτε κλάματα, ούτε φωνές, ούτε οδυρμοί. Οι Ήρωες δεν δακρύζουν, δεν λυγίζουν, δεν πονούν!
Παίρνει την θέση του… του περνούν την θηλιά από τον λαιμό και τον ρωτούν ποια είναι τα τελευταία του λόγια. Με φωνή δυνατή… παλλικαρίσια ξεκίνησε να απαγγέλει… «Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή, σε γνωρίζω από την όψη, που με βία μετρά τη γη. Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη, των Ελλήνων τα ιερά, και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά»!
Δύο λεπτά μετά… η καταπακτή ανοίγει… και ο Ευαγόρας Παλλικαρίδης περνά στην αιωνιότητα.
«Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ, θα μπω σ΄ ενα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ΄ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ».
Λόγια βγαλμένα από την καρδιά και την ψυχή του μαθητή από το χωριό της Τσάδας της Πάφου.
Ο οποίος σε ηλικία των 15 ετών κατέβασε και τεμάχισε την Αγγλική σημαία στο Κολέγιο της Πάφου, την μέρα της στέψης της νέας Βασίλισσας Ελισάβετ στο Λονδίνο.
Ο Ευαγόρας Παλλικαρίδης γίνεται μέλος της ΕΟΚΑ και βοηθά στον Απελευθερωτικό αγώνα. Τα ιδανικά και αξίες του δεν του επιτρέπουν να μείνει αμέτοχος.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 συλλαμβάνεται και κατηγορείται για κατοχή και διακίνηση παράνομου οπλισμού. Η δίκη του ορίζεται για τον Μάρτιο του 1957. Στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας δεν αφήνει περιθώρια στους δικηγόρους του για να τον υπερασπιστούν. Παραδέχεται την ενοχή του, με αξιοθαύμαστο τρόπο: «Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο».
Αυτός ήταν ο Ευαγόρας Παλλικαρίδης. Ένας ατρόμητος, θαρραλέος νέος ο οποίος ήθελε να δει την πατρίδα του ελεύθερη.
Την επομένη της καταδίκης του Παλληκαρίδη σε θάνατο, ο κόσμος ξεσηκώνεται για να σώσει τον νεαρό μαθητή. Οι εκκλήσεις για την απονομή χάριτος από την Ελλάδα, την Αγγλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες απορρίπτονται από τον άγγλο κυβερνήτη Τζον Χάρντινγκ και την αγγλική διπλωματία.
Ο Βαγορής, όπως τον αποκαλούσαν δεν πτοείται.
Στο τελευταίο γράμμα του δηλώνει: «Θ’ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ‘ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το καθετί. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα, τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.»
Πέρασαν κιόλας 61 χρόνια από τον θάνατο του. Η μνήμη του παραμένει άσβεστη. Δίδαξε σε όλους και συνεχίζει να διδάσκει ποιος είναι ο όρος Ελευθερία. Δεν παίζει ρόλο η ηλικία. Στα 19 του ο Ευαγόρας Παλλικαρίδης, όταν θυσιάστηκε το έκανε για την πατρίδα. Έδωσε την ζωή του για να ζούμε ελεύθεροι αφήνοντας πίσω του βαριά παρακαταθήκη!